<meta name='google-adsense-platform-account' content='ca-host-pub-1556223355139109'/> <meta name='google-adsense-platform-domain' content='blogspot.com'/> <!-- --><style type="text/css">@import url(https://www.blogger.com/static/v1/v-css/navbar/3334278262-classic.css); div.b-mobile {display:none;} </style> </head><body><script type="text/javascript"> function setAttributeOnload(object, attribute, val) { if(window.addEventListener) { window.addEventListener('load', function(){ object[attribute] = val; }, false); } else { window.attachEvent('onload', function(){ object[attribute] = val; }); } } </script> <div id="navbar-iframe-container"></div> <script type="text/javascript" src="https://apis.google.com/js/platform.js"></script> <script type="text/javascript"> gapi.load("gapi.iframes:gapi.iframes.style.bubble", function() { if (gapi.iframes && gapi.iframes.getContext) { gapi.iframes.getContext().openChild({ url: 'https://www.blogger.com/navbar.g?targetBlogID\x3d36988090\x26blogName\x3d%CE%A3%CF%85%CE%BD%CE%BF%CE%BC%CE%B9%CE%BB%CE%AF%CE%B5%CF%82+-+%CE%9C%CE%B5+%CE%93%CE%BD%CF%8E%CF%81%CE%B9%CE%BC%CE%BF%CF%85%CF%82+%CE%91%CE%B3%CE%BD%CF%8E%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%85%CF%82\x26publishMode\x3dPUBLISH_MODE_BLOGSPOT\x26navbarType\x3dBLUE\x26layoutType\x3dCLASSIC\x26searchRoot\x3dhttps://synomilies.blogspot.com/search\x26blogLocale\x3del\x26v\x3d2\x26homepageUrl\x3dhttp://synomilies.blogspot.com/\x26vt\x3d5910212506412506192', where: document.getElementById("navbar-iframe-container"), id: "navbar-iframe" }); } }); </script>

005 - Θα Συναντηθούμε

21.11.06


"Θα τα πούμε, ναι;"

Ρούφηγμα τζούρας από το μισοτελειωμένο τσιγάρο. Τα μάτια γίνονται δυό στενές χαραμάδες.

"Ναι μωρέ, δε θα χαθούμε. Θα σου τηλεφωνήσω."

Το ποτό στο χέρι αδειάζει, το ποτήρι αφήνεται στο μπαρ, δίπλα στα άλλα άδεια ποτήρια.

"Πάρε με την άλλη εβδομάδα να βγούμε."

Αγκαλιές, χτυπήματα στην πλάτη.

"Εγινε, πες και του Δημήτρη."

Αποχαιρετισμός.

"Ωραία. Καλό βράδυ. Καλά να περάσεις."

Κράτημα απ'τους ώμους.

"Ναι σειρούλα! Κι εσύ!"

Βγήκαμε έξω στο Νοεμβριάτικο κρύο που δεν είχε μαλακώσει ακόμη από τη βροχή - έξω, στην Αθηναική νύχτα και τα φώτα έτρεχαν παντού θολά, με ταχύτητες που γινόταν φωτεινές ευθείες τριγύρω μας. Συγκίνηση, αλκοόλ, μοναξιά - καβάλα σε δυό ρόδες που έτρωγαν τις άσπρες γραμμές από τη διαχωριστική λωρίδα, τη μία μετά την άλλη - σαν ένα pacman της ζωής.

+++

Δώδεκα χρόνια πέρασαν, σειρούλα - κι ακόμη περιμένω να έρθεις να τα πιούμε. Ισως γιατί αγαπούσες τη ζωή να τρέχει γρήγορα, να πετάει με τα δικά σου φτερά - κι έφυγες ένα βράδυ με τη Yamaha, απογειώθηκες σαν Πήγασος κι ύστερα δεν προσγειώθηκες ποτέ ξανά.

Περιμένω κάθε Νοέμβριο με το ποτήρι μισογεμάτο και την καρδιά άδεια, τα μάτια θολωμένα από τα φώτα των αναμνήσεων. Στην υγειά σου σειρούλα, εκεί ψηλά.

posted by Λύσιππος
Τρίτη, Νοεμβρίου 21, 2006

8 comments

004 - Στιγμές Στο Ασανσέρ

19.11.06


Κατεβαίνω από τον τρίτο όροφο της δουλειάς μου στο ισόγειο, με το ασανσέρ. Μαζί μου, μια συμπαθητική, ευτραφής κυρία - αφροαμερικανίδα. Είναι 5 το απόγευμα της Παρασκευής.

Αφήνω ένα φύσημα, έκφραση περισσότερο αποσυμπίεσης για μένα. Εδώ όμως στην Αμερική σημαίνει ότι είτε ζεσταίνεσαι, ή ότι είσαι χάλια.

Η κυρία γελάει, μου λέει πως ευτυχώς είναι ήδη 5 και η εβδομάδα τελείωσε.

Χαμογελάω κι εγώ, της λέω πως έχω ακόμη μια ώρα εργασίας - κι εκείνη μου συμπαρίσταται:

"Δεν είναι δα και πολύ μακρυά η ώρα 6 !"

Εκεί ακριβώς χρειάζεται περισσότερο χιούμορ, συνομιλώντας με μιά άγνωστη στο ασανσέρ.

Ανάμέσα σε γέλια της λέω, "Είναι δυστυχώς πολύ πολύ μακρυά η ώρα 6 !". Γελάμε κι οι δυό, η πίεση της δουλειάς είναι σίγουρα αφόρητη ώρες-ώρες, κι αυτό είναι για μένα το πρώτο γνήσιο γέλιο της ημέρας.

Εχουμε φτάσει στο ισόγειο. Χαίρομαι που πηγαίνει σπίτι της και την καληνυχτίζω κι εκείνη ανταποδίδει λέγοντας να περάσω ένα όμορφο Σαββατοκύριακο.

Μετά από ένα πεντάλεπτο διάλειμμα εκτεθειμένος στο δροσερό αεράκι έξω από το κτήριο, ξαναπαίρνω το ασανσέρ για τον τρίτο όροφο.

Αυτή τη φορά κανείς δεν είναι μαζί μου - αλλά η ώρα 6 είναι πολύ πολύ κοντύτερα πλέον!

posted by Λύσιππος
Κυριακή, Νοεμβρίου 19, 2006

2 comments

003 - Τα Μάτια της Μεσογείου

17.11.06



Επέστρεφα στα πάτρια εδάφη, κι η ταραχή μου ισάξια της χαράς και της ανυπομονησίας που γέμιζε τα σωθικά μου. Στο αεροδρόμιο, με το σακκίδιό μου για χειραποσκευή, τ'ακουστικά ενός ψηφιακού ραδιοφώνου στ'αυτιά μου - να κόβουν λίγο την αντήχηση των αιθουσών αναμονής.

Ψάχνω για την ουρά που οδηγεί στη θύρα 4. Στο βάθος, δυό κυκλικές πορείες δείχνουν να τερματίζουν πίσω από μια αίθουσα με ψηλά τζάμια και ελεγκτές διαβατηρίων. Νέα Υόρκη προς Αθήνα. Κοιτάζω γύρω μου τους άλλους, ψηλά παιδιά με μοντέρνα άνετα ρούχα, ασπροκέφαλοι γέροντες. Κανείς δε μιλάει αν και κάποιοι αλληλοκοιτάζονται, ανταλλάσσοντας αμίλητα χαμόγελα. Τ'αγόρια έχουν καστανά, σπαστά μαλλιά, μουσάκια, αγέρωχο βλέμμα. Παραδίπλα, ψηλές κοπέλλες με μαύρα, μακρυά ομορφοχτενισμένα μαλλιά και έντονα καστανά μάτια. Αχ, τα μάτια τους, τα μάτια τα δικά μου - τα μάτια τα ξενιτεμένα.

Αφαιρούμαι, η ουρά προχωράει. Ακούω ομιλίες, χαμηλώνω τη μουσική. Προσπαθώ να καταλάβω τί λένε, όμως δεν συμπληρώνονται οι λέξεις - παραμένουν ήχοι, φθόγγοι. Μα τί στο καλό, σκέφτομαι. Αρχίζω να έχω αμφιβολίες.

Μαζεύω λίγο κουράγιο και για να μη ρεζιλευτώ ρωτάω το διπλανό μου, ένα μεσήλικα κύριο, στ'Αγγλικά:

"Excuse me sir, is this the waiting line to Gate 4 to Greece?"

Ξαφνιασμένος, με κοιτάζει και μου απαντά χαμογελώντας:

"Noooo, this is going to Barcelona, Spain!"

Σαστίζω, τον ευχαριστώ. Στ'αυτιά μου έρχονται πλέον μαζεμένες οι πληροφορίες, οι λέξεις σχηματίζονται, οι ήχοι αναγνωρίζονται. Ισπανικά. Απομακρύνομαι από την ουρά, αφήνοντας πίσω μου τις καστανομάτες κοπέλλες με τα μακρυά μαύρα μαλλιά και τα μοντέρνα ρούχα, τους ασπρομάλληδες κυρίους - κρατώντας μόνο ένα ευλογημένο συναίσθημα που με κάνει να χαμογελώ πλατιά.

Αχ, Μεσόγειος με τους λαούς σου - με μπέρδεψες, μα μού'δειξες πως αν όλα τ'αφήσουμε παράμερα, είμαστε ίδιοι στην ψυχή.

posted by Λύσιππος
Παρασκευή, Νοεμβρίου 17, 2006

4 comments

002 - Ο Φόβος Φυλάει τα Ερμα

11.11.06


Είναι εξίμισυ το βράδυ και γυρίζω σπίτι. Φτάνω, παρκάρω και περπατώ προς το συγκρότημα δυόροφων κτισμάτων με διαμερίσματα, τέσσερα ανά όροφο. Εξω, δροσούλα φθινοπωρινή κι ο ουρανός καθαρός, κατασκότεινος, με τ'αστέρια να φαίνονται πάνω από τη λιμνούλα. Στη στροφή αρχίζω να σιγοσφυρίζω. Είναι Παρασκευή και μια έντονη εβδομάδα στη δουλειά έχει τελειώσει. Θέλω να πάω σπίτι να χαλαρώσω.

Μερικά μέτρα μακρυά, από την αντίθετη κατεύθυνση βλέπω να περπατάει μια φιγούρα. Είμαι μόλις μερικά μέτρα από την πόρτα του διαμερίσματός μου ενώ εκείνος προχωρά προς την κατεύθυνσή μου. Οπως έχω μάθει εδώ και χρόνια τώρα, θα χαιρετίσω τον οποιοδήποτε άγνωστο που συναντώ στην πορεία μου. Ενα "γειά, πώς πάει;" ή ένα νεύμα συγκατάβασης αρκούν στα ελάχιστα δευτερόλεπτα που οι δρόμοι μας συναντώνται.

Κοντοστέκομαι λίγο πριν την πόρτα. Τον κοιτάζω και χαιρετώ. Γελώντας μου λέει "You scared the hell out of me, man!" και ανεβαίνει τις εξωτερικές σκάλες προς τον πάνω όροφο. "Οχι βρε φίλε", του λέω γελώντας κι εγώ. "Εσύ με τρόμαξες. Καλό βράδυ".

Ξεκλειδώνω την εξώπορτα και βρίσκω τη γάτα μου να με περιμένει νιαουρίζοντας. Κανένας μας δε φόβισε τον άλλο. Κλείνω την πόρτα και συνεχίζω να σφυρίζω.

posted by Λύσιππος
Σάββατο, Νοεμβρίου 11, 2006

0 comments

001 - Το πρόσωπο του Ελληνα

6.11.06


Σάββατο μεσημέρι, στο Wal-Mart - αλυσσίδα από supermarket στην Αμερική. Κάνω βόλτα στο τμήμα με τα ψητά κοτόπουλα. Εχει διάφορα έτοιμα εδέσματα, πατάτες, μπάμιες τηγανητές, καυτερό κοτόπουλο. Μια μικρογραφία Ελληνικής ψησταριάς, θαρρείς.

Η γνώριμη κυρία που με εξυπηρετεί κάθε Σάββατο είναι απασχολημένη. Πλησιάζει ένας νεαρός υπάλληλος. Το πρόσωπό του με ξαφνιάζει. Σε μια περιοχή όπου οι ισπανόφωνοι λατινογενείς είναι πολλοί, με έχουν συχνά μπερδέψει οπτικά για Πορτορικανό, Κουβανό αλλά ποτέ για Ελληνα.

Ο νεαρός όμως μπροστά μου αντιπροσωπεύει πλήρως τα αντρικά γονίδια μιας μοναδικής φυλής, της Ελληνικής. Λεπτό πρόσωπο, έντονα καστανά μάτια, πυκνά φρύδια, μαύρα μαλλια που καταλήγουν σε κοτσίδα. Μου θυμίζει παλιούς φίλους τότε που πηγαίναμε στη Σχολή, φοιτητές.

"Θα ήθελα μια λίμπρα φτερούγες καυτερές".

Ο νεαρός ελέγχει τα κοτόπουλα που ακόμη ετοιμάζονται.

"Θα είναι έτοιμα σε 5 λεπτά", μου λέει σε άψογα Αγγλικά.

Δε διακρίνω καμμία προφορά που να θυμίζει αλλοδαπό. Είναι ευγενικός, του λέω πως θα περιμένω. Τον παρατηρώ καθώς εξυπηρετεί άλλους, δείχνει να έχει τον έλεγχο της κατάστασης. Περιμένω.

Διακρίνω στο στήθος του μια ταμπέλα που γράφει "STEL". Αρχίζω και σιγουρεύομαι, ανυπομονώ. Οταν έρχεται η σειρά μου ξανά, τον ρωτάω:

"Συγγνώμη που ρωτάω, αλλά μήπως σας λένε Στέλιο;"

Δείχνει ελφρά ξαφνιασμένος. Οι υπόλοιπες λίγες λέξεις ανταλάσσονται στα Αγγλικά.

"Yes, it's Stelios. Are you Greek?"

"Ναι Στέλιο, χάρηκα πολύ. Και μίλα Ελληνικά βρε παιδί μου!"

Του προτείνω το χέρι αυθόρμητα. Βγάζει το πλαστικό γάντι, εγκάρδια χειραψία. Συστήνομαι.

Χαμογελάει. Γεννημένος στη Γλυφάδα είναι Φλόριντα μόλις ένα χρόνο. Ταξιδεμένος λόγω της δουλειάς του πατέρα του, Φιλιππίνες, Βοστώνη. Του λέω κι εγώ για τη ζωή μου τα τελευταία χρόνια στην Αμερική και τον αέναο πόθο της επιστροφής.

Για μερικά ακόμη λεπτά μιλάμε Ελληνικά. Δυνατά. Δίπλα, οι πελάτες χαμογελούν.

Χαμογελώ κι εγώ.

Βγαίνοντας από την έξοδο επανέρχομαι στον ζεστό απογευματινό ήλιο του Νοεμβρίου κι η μισάνοιχτη πόρτα της Ελλάδας ξανακλείνει πίσω μου. Απίστευτο πόσα ταξίδια γίνονται μέσα σε λίγα λεπτά, με το μυαλό στο πηδάλιο και την καρδιά να χειρίζεται τον αστρολάβο.

posted by Λύσιππος
Δευτέρα, Νοεμβρίου 06, 2006

12 comments